- Τό αισθημα καί ο ερωτας, ειναι βασικά στοιχεία, πού συμβάλουν, στήν διαμόρφωση τού ανθρώπινου χαρακτήρα. Δέν τόν αποχωρίζονται, καί ειναι ετοιμα νά εκδηλωθούνε, ανά πάσα στιγμή, ακόμα καί οταν ο ανθρωπος ζεί κάτω από δύσκολες συνθήκες, ακόμα καί οταν κινδυνεύει η ζωή του!
-Αυτά φυσικά, δέν ελλειπαν, καί από τόν καπετάν-Ζαχαριά. Τί κι' αν ητανε σκληροτράχηλος Τουρκοφάγος! Δάσκαλος τού Κολοκοτρώνη, πρωτοκαπετάνιος στά Μοραίτικα βουνά. Ειχε καί αυτός ψυχή, καί καρδιά ατρόμητη,αλλά καί ευαίσθητη! Καρδιά πού τήν σημάδεψε, καί τήν λάβωσε, ο φτερωτός γυιός τής Αφροδίτης, ο Ερωτας! Τήν σαϊτιά τού τήν εριξε μία ημέρα, οταν μπαρουτοκαπνισμένος από τό τελείωμα μιάς μάχης μέ τούς Τούρκους -- καί ψάχνοντας γιά μιά γουλιά νερό -- βρέθηκε σέ μιά ρούγα στήν Βυτίνα, καί συνάντησε ενα μικρό, δειλό, μά πολύ ομορφο κορίτσι, τήν Αγγελική, οπως η ιδια τού ειπε τό ονομά της !
Καί από εκείνη τήν στιγμή, ο πολεμόχαρος καπετάν-Ζαχαριάς ο Μπαρμπιτσιώτης, ο αετός τού Πάρνωνα, ερωτεύτηκε! Ενα ερωτα κρυφό, βουβό, μυστικό,πού ουτε η Αγγελική τό εμαθε ποτέ! Γιατί ητανε καί εκείνος λεβεντάνθρωπος, καί μιά καρδιά ισιαμε τό μπόϊ του.
-Καί από τότε, πού τόν εχανες, πού τόν ευρισκες, πότε στήν Βυτίνα, πότε στήν Δημητσάνα, σέ ενα χρυσοχόο κουμπάρο του, γιά νά ειναι οσο πιό κοντά στήν Αγγελική. Ο κουμπάρος του, λόγω τής δουλειάς του,γύριζε χωριό-χωριό,πουλώντας τά χρυσαφικά του, καί τρελαίνοντας, νέες, χήρες, ζωντοχήρες, καί παντρεμένες! Καί εκεί πάλι ο ερωτας, εριξε καί αυτουνού μία σαϊτιά, οταν πουλούσε ενα χρυσό δαχτυλίδι,σέ ενα μικρό, ομορφο κορίτσι πού τό λέγανε Αγγελική!
- Τήν ιδια Αγγελική, πού προόριζε γιά δική του, ο κουμπάρος του ο καπετάν-Ζαχαριάς! Τέτοια σύμπτωση διαβολεμένη! Ωσπου, σέ λίγες ημέρες, ο χρυσοχόος Δημητσανίτης, βιάστηκε, τήν ζήτησε από τούς δικούς της, καί τήν αρεβωνιάστηκε!
-Κεραυνός τού ηρθε τού καπετάν-Ζαχαριά, οταν εμαθε τό μαντάτο! Κίνησε καί πήγε στόν κουμπάρο του στήν Δημητσάνα!
- Καλά ρέ κουμπάρε, τόσες, καί τόσες γυναίκες, τήν δική μου, πήγες καί βρήκες ;;
-Καί πού ηθελες κουμπάρε νά ξέρω εγώ οτι τήν ηθελες, γιά λόγου σου ;;
- Εέέ τώρα πού τό ξέρεις, νάχουμε καλό ρώτημα, τράβα χέρι καί αποτραβήξου, νωρίς ειναι ακόμα!
- Τί κουβέντες ειναι αυτές , Ζαχαριά : Εγώ μασκαράς δέν γίνουμαι, εδωσα τόν λόγο μου, καί δέν τόν παίρνω πίσω! Τήν αγάπησα, καί τόν αλλο μήνα πάμε γιά στέφανα!
-Πικράθηκε ο καπετάν-Ζαχαριάς, καί εφυγε κατασκασμένος! Μόνο μία κουβέντα ειπε, κοίταξε καλά, μήν τήν ακουμπίσεις! Καί εφυγε!
Αλλά ο πονηρός ο Δημητσανίτης, κάτι υποπτεύθηκε! Κάτι δέν τού αρεσε! Τόν ηξερε καλά τόν Ζαχαριά, γιά τό πείσμα του, καί τήν κουτουράδα του! Καί δέν ειχε αδικο! Γιατί στό μυαλό τού Ζαχαριά, μιά σκέψη τού πέρασε σάν αστροπελέκι! Αάά ολα κι' ολα, τήν Αγγελική, δέν θά τήν εχανε! Δέν θά τήν αφηνε στόν Δημητσανίτη! Αφού δέν μπόρεσε μέ τό καλό, θά τήν επαιρνε μέ τό ζόρι! Θά τήν αρπαζε από τά στέφανα επάνω!
- Σέ λίγες ημέρες διαδόθηκε , οτι ο γάμος θά γινότανε τήν παραπάνω Κυριακή, στό χωριό τής νύφης στήν Βυτίνα! Αυτό εμαθαν ολοι, αυτό καί ο Ζαχαριάς. Αλλά ο πονηρός Δημητσανίτης, εκανόνισε μυστικά μέ τά πεθερικά του, καί ο γάμος, αντί γιά Κυριακή, θά γινότανε τό Σάββατο τό βράδυ, καί μετά οι συμπεθέροι, θά γύριζαν καβάλα στά μουλάρια στήν Δημητσάνα! Ετσι καί εγινε, καί μάλιστα η νύφη, ντυμένη ανδρικά,κάτ' απαίτηση τού γαμπρού πού τόν ετρωγαν τά φίδια.
-Γυρίζοντας οι συμπεθέροι στήν Δημητσάνα, εξάφνιασαν τόν Ζαχαριά πού ειχε στημένο καρτέρι, καί τούς περίμενε, νά ερθουν από τήν Δημητσάνα, καί οχι από τήν Βυτίνα!
Στέλνει ενα εμπιστο παληκάρι, νά μάθει γατί αυτή η αλλαγή.
- Πούθε πάτε ορέ συμπεθέροι ;;
- Νά εδώ πατριώτη, ειμαστε στή Βυτίνα, γιά στέφανα, αλλά τά ..τσιουγκρίσανε τά συμπεθέρια γιά τό προικοχάρτι,καί εχάλασε η φτιάξη, καί γυρίζουμε στό κονάκι μας!
-Τρέχει τό παληκάρι στόν Ζαχαριά, τό καί τό καπετάνιε, χάλασε τό συμπεθεριό! Χαρούμενος ο Ζαχαριάς, κινάει γιά τήν Βυτίνα, γιά νά πάρει τήν Αγγελική του. Γέλασαν οι Βυτιναίοι μέ τό πάθημά του, αλλά αγρίεψε ο Ζαχαριάς, καί ορκίστηκε εκδίκηση! Ομως οι φρονιμότεροι, τόν συμβούλεψαν, αλλαξε γνώμη, δέν ηθελε καί νά εκθέσει τήν Αγγελική, αφού τώρα ητανε καί κουμπάρα του! Ετσι σέ μιά επίσκεψη, πού εκανε στό μαγαζί τού κουμπάρου του, ακουσε από τό σπίτι πού ητανε επάνω στό μαγαζί, τραγούδια καί γλέντια πού ειχε η Αγγελική μέ τίς γειτόνισες. Αξαφνα μιά γλυκειά φωνή, αρχισε νά τραγουδάει
ολες οι νιές παντρεύονται--καί παίρνουν παληκάρια
κι' εγώ η Αγγέλω η ομορφη -- επήρα μαραζιάρη!
- Οι δυό αντρες τήν γνωρίσανε, ητανε η Αγγελική!
- Μαύρα φίδια εζώσανε τόν Δημητσανίτη, τί σήμαινε τούτο τό τραγούδι τής νιόπαντρης Αγγελικής;; Ψύλοι στά αυτιά του μπήκανε! Αγριοκοίταξε τόν Ζαχαρία, καί τό μυαλό του, εθόλωσε! Τόν αρπαζε από τόν λαιμό, εκείνος τράβηξε τήν χαντζάρα, καί παρά λίγο φονικό!
- Από τότε τού μπήκε η υποψία, οτι κάτι υπήρχε με τήν Αγγελική, καί τόν Ζαχαριά, καί αρχισε νά τίς κάνει τήν ζωή μαρτύριο, παρά τούς ορκους της, αλλά καί τίς διαβεβαιώσεις τού Ζαχαριά μέ τόν λόγο τής...κλέφτικης τιμής του! Ο κουμπάρος, γιά νά μήν χαλάσει η κουμπαριά, καί γιά τά ησυχότερα, εκανε πώς τό πίστεψε !
- Εσείς τό πιστέψατε ;;
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Η. ΑΝΔΡΙΑΝΟΣ
Καί από εκείνη τήν στιγμή, ο πολεμόχαρος καπετάν-Ζαχαριάς ο Μπαρμπιτσιώτης, ο αετός τού Πάρνωνα, ερωτεύτηκε! Ενα ερωτα κρυφό, βουβό, μυστικό,πού ουτε η Αγγελική τό εμαθε ποτέ! Γιατί ητανε καί εκείνος λεβεντάνθρωπος, καί μιά καρδιά ισιαμε τό μπόϊ του.
-Καί από τότε, πού τόν εχανες, πού τόν ευρισκες, πότε στήν Βυτίνα, πότε στήν Δημητσάνα, σέ ενα χρυσοχόο κουμπάρο του, γιά νά ειναι οσο πιό κοντά στήν Αγγελική. Ο κουμπάρος του, λόγω τής δουλειάς του,γύριζε χωριό-χωριό,πουλώντας τά χρυσαφικά του, καί τρελαίνοντας, νέες, χήρες, ζωντοχήρες, καί παντρεμένες! Καί εκεί πάλι ο ερωτας, εριξε καί αυτουνού μία σαϊτιά, οταν πουλούσε ενα χρυσό δαχτυλίδι,σέ ενα μικρό, ομορφο κορίτσι πού τό λέγανε Αγγελική!
- Τήν ιδια Αγγελική, πού προόριζε γιά δική του, ο κουμπάρος του ο καπετάν-Ζαχαριάς! Τέτοια σύμπτωση διαβολεμένη! Ωσπου, σέ λίγες ημέρες, ο χρυσοχόος Δημητσανίτης, βιάστηκε, τήν ζήτησε από τούς δικούς της, καί τήν αρεβωνιάστηκε!
-Κεραυνός τού ηρθε τού καπετάν-Ζαχαριά, οταν εμαθε τό μαντάτο! Κίνησε καί πήγε στόν κουμπάρο του στήν Δημητσάνα!
- Καλά ρέ κουμπάρε, τόσες, καί τόσες γυναίκες, τήν δική μου, πήγες καί βρήκες ;;
-Καί πού ηθελες κουμπάρε νά ξέρω εγώ οτι τήν ηθελες, γιά λόγου σου ;;
- Εέέ τώρα πού τό ξέρεις, νάχουμε καλό ρώτημα, τράβα χέρι καί αποτραβήξου, νωρίς ειναι ακόμα!
- Τί κουβέντες ειναι αυτές , Ζαχαριά : Εγώ μασκαράς δέν γίνουμαι, εδωσα τόν λόγο μου, καί δέν τόν παίρνω πίσω! Τήν αγάπησα, καί τόν αλλο μήνα πάμε γιά στέφανα!
-Πικράθηκε ο καπετάν-Ζαχαριάς, καί εφυγε κατασκασμένος! Μόνο μία κουβέντα ειπε, κοίταξε καλά, μήν τήν ακουμπίσεις! Καί εφυγε!
Αλλά ο πονηρός ο Δημητσανίτης, κάτι υποπτεύθηκε! Κάτι δέν τού αρεσε! Τόν ηξερε καλά τόν Ζαχαριά, γιά τό πείσμα του, καί τήν κουτουράδα του! Καί δέν ειχε αδικο! Γιατί στό μυαλό τού Ζαχαριά, μιά σκέψη τού πέρασε σάν αστροπελέκι! Αάά ολα κι' ολα, τήν Αγγελική, δέν θά τήν εχανε! Δέν θά τήν αφηνε στόν Δημητσανίτη! Αφού δέν μπόρεσε μέ τό καλό, θά τήν επαιρνε μέ τό ζόρι! Θά τήν αρπαζε από τά στέφανα επάνω!
- Σέ λίγες ημέρες διαδόθηκε , οτι ο γάμος θά γινότανε τήν παραπάνω Κυριακή, στό χωριό τής νύφης στήν Βυτίνα! Αυτό εμαθαν ολοι, αυτό καί ο Ζαχαριάς. Αλλά ο πονηρός Δημητσανίτης, εκανόνισε μυστικά μέ τά πεθερικά του, καί ο γάμος, αντί γιά Κυριακή, θά γινότανε τό Σάββατο τό βράδυ, καί μετά οι συμπεθέροι, θά γύριζαν καβάλα στά μουλάρια στήν Δημητσάνα! Ετσι καί εγινε, καί μάλιστα η νύφη, ντυμένη ανδρικά,κάτ' απαίτηση τού γαμπρού πού τόν ετρωγαν τά φίδια.
-Γυρίζοντας οι συμπεθέροι στήν Δημητσάνα, εξάφνιασαν τόν Ζαχαριά πού ειχε στημένο καρτέρι, καί τούς περίμενε, νά ερθουν από τήν Δημητσάνα, καί οχι από τήν Βυτίνα!
Στέλνει ενα εμπιστο παληκάρι, νά μάθει γατί αυτή η αλλαγή.
- Πούθε πάτε ορέ συμπεθέροι ;;
- Νά εδώ πατριώτη, ειμαστε στή Βυτίνα, γιά στέφανα, αλλά τά ..τσιουγκρίσανε τά συμπεθέρια γιά τό προικοχάρτι,καί εχάλασε η φτιάξη, καί γυρίζουμε στό κονάκι μας!
-Τρέχει τό παληκάρι στόν Ζαχαριά, τό καί τό καπετάνιε, χάλασε τό συμπεθεριό! Χαρούμενος ο Ζαχαριάς, κινάει γιά τήν Βυτίνα, γιά νά πάρει τήν Αγγελική του. Γέλασαν οι Βυτιναίοι μέ τό πάθημά του, αλλά αγρίεψε ο Ζαχαριάς, καί ορκίστηκε εκδίκηση! Ομως οι φρονιμότεροι, τόν συμβούλεψαν, αλλαξε γνώμη, δέν ηθελε καί νά εκθέσει τήν Αγγελική, αφού τώρα ητανε καί κουμπάρα του! Ετσι σέ μιά επίσκεψη, πού εκανε στό μαγαζί τού κουμπάρου του, ακουσε από τό σπίτι πού ητανε επάνω στό μαγαζί, τραγούδια καί γλέντια πού ειχε η Αγγελική μέ τίς γειτόνισες. Αξαφνα μιά γλυκειά φωνή, αρχισε νά τραγουδάει
ολες οι νιές παντρεύονται--καί παίρνουν παληκάρια
κι' εγώ η Αγγέλω η ομορφη -- επήρα μαραζιάρη!
- Οι δυό αντρες τήν γνωρίσανε, ητανε η Αγγελική!
- Μαύρα φίδια εζώσανε τόν Δημητσανίτη, τί σήμαινε τούτο τό τραγούδι τής νιόπαντρης Αγγελικής;; Ψύλοι στά αυτιά του μπήκανε! Αγριοκοίταξε τόν Ζαχαρία, καί τό μυαλό του, εθόλωσε! Τόν αρπαζε από τόν λαιμό, εκείνος τράβηξε τήν χαντζάρα, καί παρά λίγο φονικό!
- Από τότε τού μπήκε η υποψία, οτι κάτι υπήρχε με τήν Αγγελική, καί τόν Ζαχαριά, καί αρχισε νά τίς κάνει τήν ζωή μαρτύριο, παρά τούς ορκους της, αλλά καί τίς διαβεβαιώσεις τού Ζαχαριά μέ τόν λόγο τής...κλέφτικης τιμής του! Ο κουμπάρος, γιά νά μήν χαλάσει η κουμπαριά, καί γιά τά ησυχότερα, εκανε πώς τό πίστεψε !
- Εσείς τό πιστέψατε ;;
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Η. ΑΝΔΡΙΑΝΟΣ
εξ Ελληνικού Γορτυνίας
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου